Μεσόδερμα και αγγειακό ενδοθήλιο
Είναι γνωστό από τις εργασίες του Couly (1995) ότι τα ενδοθηλιακά κύτταρα των αγγείων της κεφαλής, έχουν μονοσήμαντη αντιστοιχία με συγκεκριμένες περιοχές του μεσοδέρματος από τις οποίες προέρχονται.
Το ενδοθήλιο των αγγείων παράγεται από το μεσόδερμα ενώ ο μέσος χιτώνας από την νευρική ακρολοφία (με εξαίρεση τις περιοχές του μεσεγκεφάλου και μετεγκεφάλου όπου και τα δύο προέρχονται από το μεσόδερμα).
Συγκεκριμένα:

- Το προ της νωτιαίας χορδής μεσόδερμα αντιστοιχεί σε λίγα ενδοθηλιακά κύτταρα.
- Το κεφαλικό μεσόδερμα αντιστοιχεί στον πρόσθιο εγκέφαλο, τη μετωπο-ρινική και γναθιαία περιοχή.
- Το μέσο μεσόδερμα αντιστοιχεί σε τμήμα του διεγκέφαλου και παράγωγα του 1ου βραγχιακού τόξου.
- Το ουραίο μεσόδερμα αντιστοιχεί στό ενδοθήλιο και το μέσο χιτώνα του μεσεγκεφάλου και μετεγκεφάλου και σε παράγωγα του πλάγιου τμήματος του 2ου βραγχιακού τόξου.
Με βάση τα παραπάνω, ερμηνεύονται τα διάφορα κλινικά σύνδρομα που τίθενται κάτω από την γενικότερη ονομασία Cerebrofacial Arteriovenous Metameric Syndromes (CAMS I-III) ή Spinal Arteriovenous Metameric Syndromes (SAMS I-III) εφόσον εντοπίζονται στο επίπεδο του νωτιαίου μυελού.

Ασθενής με αρτηριοφλεβώδη φίστουλα στην δεξιά υπογνάθια χώρα και μικρή αρτηριοφλεβώδη επικοινωνία στο δεξιό παρεγκεφαλιδικό ημισφαίριο. Οι δύο φαινομενικά άσχετες μεταξύ τους περιοχές, έχουν κοινή εμρυολογική καταγωγή όσον αφορά το αγγειακό ενδοθήλιο (CAMS 3).